Why the next election of the President of the Hellenic Republic will not trigger another parliamentary election

http://bit.ly/1tiJnfg

Professor Featherstone (who acts as the director of the Hellenic observatory and an LSE expert on Greece) claims in his article:

“And these negotiations will take place amidst the frenzy of trying again to elect a President of the Republic and avoid yet more parliamentary elections.”

But, the Greek constitution clearly states that:
“* 4. Should the third ballot fail to produce the said qualified majority, Parliament shall be dissolved within ten days of the ballot, and elections for a new Parliament shall be called.
As soon as the Parliament thus elected shall have constituted itself as a body, it shall proceed through vote by roll call to elect the president of the Republic by a three-fifths majority of the total number of Members of Parliament.
Should the said majority not be attained, the ballot shall be repeated within five days and the person receiving an absolute majority of the votes of the total number of Members of Parliament shall be elected President of the Republic. Should this majority also not be attained, the ballot shall once more be repeated after five days between the two persons with the highest number of votes, and the person receiving a relative majority shall be deemed elected President of the Republic.”

Therefore, Prof. Featherstone must know that the next election of the President of the Hellenic Republic is practically impossible to trigger “more parliamentary elections” or create “frenzy” for the simple reason that for this election relative majority is sufficient to elect a President of the Republic. Hence, there are two possibilities here: either I have misinterpreted the Greek Constitution or Prof. Featherstone’s claim is the result of sheer ignorance and/or an example of reckless scaremongering.

Υπερ της ισοτητας

Σε αυτό το κείμενο θα ήθελα να υπερασπιστώ την σημασία της αρχής της ισότητας ως βασικό πρόταγμα της αριστεράς. Αφορμή για αυτό το κείμενο αποτελεί το άρθρο του Γιάννη Βαρουφάκη (ΓΒ) στο LIFO με τίτλο “Κατά της Ισότητας”.

http://www.lifo.gr/mag/columns/6587

Στο παραπάνω κείμενο ο ΓΒ αρχικά παραδέχεται ότι η ανισότητα είναι ένα σημαντικό πολιτικό θέμα:

“Τίποτα δεν είναι πιο αποκρουστικό από την ασύστολη ανισότητα, ιδίως σε περιόδους κρίσης. Το θέαμα μιας πανέμορφης Ferrari που περνά δίπλα από κάδο σκουπιδιών από τον οποίο τρέφονται άστεγοι αρκεί για να εξαγριώσει ακόμα και τον πιο απολίτικο εξ ημών. Επιπλέον, δυναμιτίζει τη δημοκρατία, καθώς η μεγάλη ανισότητα θέτει εκτός του πολιτικού παιγνίου τις εξαθλιωμένες μάζες, επιτρέποντας στην ολιγαρχία του πλούτου να υπαγορεύει το νομικό πλαίσιο, να καθοδηγεί τα μέσα ενημέρωσης, να ποδηγετεί την εκτελεστική εξουσία, να εκκολάπτει το αυγό του φιδιού.”

…αλλά μας καλεί να την αγνοήσουμε γιατί:

Α) είναι αδύνατον να απαντηθούν τα ερωτήματα: «Ισότητα ποιου πράγματος;» και «Γιατί ισότητα αυτού του πράγματος;» Πηγή: http://www.lifo.gr
Β) ακόμα και να βρούμε αυτό το «κάτι» που πρέπει να κατανέμεται «ίσα» μεταξύ όλων, είναι αδύνατον να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Γιατί είναι σωστό να κατανέμεται αυτό το “κάτι” ίσα; Πηγή: http://www.lifo.gr
Γ) αποπροσανατολιζόμαστε αμέσως από το πραγματικό «ζήτημα», το κύριο πρόβλημα που γεννούν οι κοινωνίες της αγοράς: την ανελευθερία των μη εχόντων. Πηγή: http://www.lifo.gr

Το βασικό επιχείρημα που υποστηρίζω σε αυτό το κείμενο είναι ότι εάν μας ενδιαφέρει η ανελευθερία των μη-εχόντων τότε θα πρέπει να υπερασπιστούμε την ιδέα της ισότητας και όχι να την δούμε ως μια αποπροσανατολιστική αξία, όπως υποστηρίζει ο ΓΒ.

Θέλω όμως πρώτα να ξεκινήσω υπογραμμίζοντας ότι το κείμενο του ΓΒ επιλέγει να μην αναφερθεί σε μια σειρά από μορφές ανισότητας και το ρόλο της ισότητας ως βασικής πολιτικής αρχής στην καταπολέμηση αυτών στην ιστορία της Αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων. Πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα εδώ είναι οι αγώνες για την κατοχύρωση (απόλυτα) ίσων πολιτικών δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες αλλά και οι αγώνες ενάντια στις ανισότητες που πηγάζουν από την πατριαρχία και το ρατσισμό. Συνεπώς η σημασία των παραπάνω μορφών ισότητας δεν αμφισβητείται ούτε από τον ΓΒ αλλά ούτε από κανένα άλλο στην ευρύτερη αριστερά. Στο κείμενό μου λοιπόν θα περιορίσω τη χρήση του όρου ανισότητα για αναφορές σε οικονομικές ανισότητες (κάτι το οποίο δεν κάνει με σαφήνεια στο κείμενο του ο ΓΒ) μιας και θέλω να πιστεύω ότι την πολιτική βαρύτητα αυτών των ανισοτήτων, και μόνο, αμφισβητεί ο ΓΒ όταν επιχειρηματολογεί ενάντια στην ισότητα.

Θα ξεκινήσω αμφισβητώντας το Γ) και την θέση ότι η ανισότητα είναι αποπροσανατολιστική εάν μας ενδιαφέρει η ελευθερία των μη-εχόντων. Καταρχήν, οι μεγάλες ανισότητες δεν είναι ένα “απλό υποπροϊόν του ανορθολογισμού των κοινωνιών με «αγορές» εργασίας” αλλά βασική προϋπόθεση για την ανελευθερία των μη εχόντων. Αυτό που παραβλέπει εδώ ο ΓΒ είναι ότι η άνιση διανομή του πλούτου οδηγεί στην άνιση διανομή της ελευθερίας ανάμεσα στους έχοντες και τους μη-έχοντες. Το γεγονός ότι ο Γιάννης (ή ο Δημήτρης) είναι ιδιοκτήτης ενός εργοστασίου (ή μιας Ferrari) στο καπιταλιστικό σύστημα σημαίνει ότι μόνο αυτός έχει την ελευθερία να αποφασίσει τι θα κάνει με αυτό το περιουσιακό στοιχείο και ότι οι μη-ιδιοκτήτες, κατά συνέπεια, δεν είναι ελεύθεροι να το χρησιμοποιήσουν χωρίς την άδεια του Γιάννη. Το να ζητήσουμε από το Γιάννη να μην κλείνει το εργοστάσιο του στην διάρκεια μιας απεργίας, ή ακόμα και να γίνει συνεταίρος στην κοινωνικοποίηση του, σίγουρα θα περιορίσει την ελευθερία του να κάνει ότι θέλει με αυτό το περιουσιακό του στοιχείο αλλά ταυτόχρονα θα μεγαλώσει την ελευθερία των υπολοίπων πολιτών. Θα είναι ελεύθεροι τώρα να χρησιμοποιήσουν το εργοστάσιο (ή την Ferrari) κατά ένα τρόπο που δεν ήταν πριν (βλ. Σημ.1). Συνεπώς όσο μεγαλύτερη η συσσώρευση πλούτου στα χέρια των λίγων (και των μέσων απόκτησης του), και άρα όσο μεγαλύτερες οι ανισότητες, τόσο μικραίνει ο αριθμός των αγαθών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους υπολοίπους πολίτες σε μια κοινωνία (χωρίς την άδεια του Γιάννη και της τάξης του). Άρα, η ανελευθερία των μη εχόντων είναι προϊόν της άνισης συσσώρευσης οικονομικής ελευθερίας από τους καπιταλιστές την οποία κάνει δυνατή το καπιταλιστικό σύστημα έμμισθης εργασίας. Η αναδιανομή της περιουσίας και των εισοδημάτων με οδηγό την ισότητα (πχ. μέσω αλλά όχι αποκλειστικά μέσω της φορολογίας) κάνει και την διανομή ελευθερίας μεταξύ των πολιτών πιο ίση. Συνεπώς, η προσήλωση στην ισότητα ως αξία αποτελεί προϋπόθεση για την καταπολέμηση της ανελευθερίας των μη-εχόντων και όχι αποπροσανατολιστικό τρικ.

Αυτό μας φέρνει στο Β) και στο γιατί θα πρέπει ‘κάτι’ να κατανέμεται ίσα μεταξύ όλων. Ο ΓΒ δίνει ένα παράδειγμα σε αυτό το σημείο: «γιατί πρέπει τα εισοδήματα να είναι ίσα μεταξύ εκείνων που δεν θέλουν να εργάζονται πολύ και των εθισμένων στην εργασία;» Οι νέο-φιλελεύθεροι κάνουν και αυτοί συχνά την ίδια ερώτηση θέλοντας να υποστηρίξουν ότι ο περιορισμός της ελευθερίας των καπιταλιστών (βλέπε προηγούμενη παράγραφο) προς χάριν αυτής των εργαζομένων είναι άδικη. Δεν αρνούνται την ύπαρξη μεγάλων ανισοτήτων αλλά υποστηρίζουν ότι αυτές είναι απλά προϊόν ελεύθερων ατομικών επιλογών. Υποστηρίζουν ότι κάποιοι, σαν τον Γιάννη, επιλέγουν να εργαστούν περισσότερο και κάποιοι άλλοι, σαν τον Δημήτρη, λιγότερο. Ο Γιάννης έχει περισσότερα χρήματα, και μπορεί να αγοράσει περισσότερα και ακριβότερα αγαθά, επειδή επέλεξε να εργασθεί περισσότερο από τον Δημήτρη. Το εργοστάσιο του (ή η Ferrari του) είναι απλά το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής όπως και η ανισότητα που προκύπτει ανάμεσα τους. Φοβάμαι ότι εδώ ο ΓΒ επιλέγει να μήν δώσει βάρος, μαζί με τους νέο-φιλελεύθερους, στην σημασία των άνισων ευκαιριών στην διαμόρφωση των ατομικών επιλογών αλλά και τις πραγματικές αιτίες πίσω από την σύγχρονη μεγέθυνση των ανισοτήτων. Αυτό φαίνεται από τον απορριπτικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει το έργο του Πικεττυ στο άρθρο του. Το έργο του Πικεττυ δεν έχει όμως μόνο στόχο να καταδείξει την μεγέθυνση των ανισοτήτων αλλά και να αποδομήσει εμπειρικά αυτό τον νέο-φιλελεύθερο μύθο. Δείχνει ότι οι ανισότητες στον 21ο αιώνα είναι δυναμικά περισσότερο το προϊόν μεταφοράς πλούτου από ένα στενό κύκλο καπιταλιστών στους απόγονους τους παρά το αποτέλεσμα σκληρής εργασίας αυτοδημιούργητων καπιταλιστών (βλ. Σημ.2).

Ας εξετάσουμε τώρα το Α) και το επιχείρημα ότι είναι δύσκολο να απαντηθούν τα ερωτήματα «Ισότητα ποιου πράγματος;» και «Γιατί ισότητα αυτού του πράγματος;». Αυτά είναι καλά ερωτήματα τα οποία όμως έχουν αναλυτικά απαντηθεί στην σχετική βιβλιογραφία (βλ. Σημ.3). Υπάρχει όμως μια σχετικά απλή απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Όταν μιλάμε για οικονομικές ανισότητες αυτές τις μετράμε με γνώμονα το χρηματικό ύψος εισοδημάτων και περιουσίας. Μια κατανομή όπου ο Δημήτρης έχει 10.000 Ευρώ και ο Γιάννης 90.000 Ευρώ είναι περισσότερο άνιση από μια κατανομή που και ο Δημήτρης και ο Γιάννης έχουν 50.000. Τα πιο διαδεδομένα στατιστικά μέτρα μέτρησης της ανισότητας (όπως το GINI) κάνουν ακριβώς τέτοιες συγκρίσεις δυνατές. Είναι αυτή η απάντηση επαρκής για να απαντηθεί το ερώτημα που θέτει ο ΓΒ; Στις περισσότερες περιπτώσεις ΄ναι’ και γιαυτό χρησιμοποιούνται και τα παραπάνω στατιστικά μέτρα για την μέτρηση των οικονομικών ανισοτήτων. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου αυτά τα στατιστικά μέτρα δεν είναι αρκετά; Η απάντηση είναι πάλι ‘ναι’. Πχ: Είναι ο Γιάννης και ο Δημήτρης απόλυτα ίσοι εάν έχουν και οι δυο 50.000 αλλά ο πρώτος είναι αρτιμελής και ο δεύτερος ανάπηρος; ‘Οχι’ προφανώς είναι εδώ η απάντηση. Είναι πρόβλημα αυτό για αυτούς που υποστηρίζουν την ισότητα; Πάλι, ‘οχι’ είναι η απάντηση γιατί η αρχή της ισότητας ζητά από την πολιτεία να δείχνει ίση μέριμνα προς όλους. Αυτό στην συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλειας που θα φροντίζει ώστε οι ανάπηροι να έχουν ίση πρόσβαση με όλους τους άλλους πολίτες σε μια σειρά από σημαντικά αγαθά. Αν μη-τι-άλλο η ισότητα μας επιτρέπει να εξηγήσουμε γιατί μια κοινωνία που δεν μεριμνάει για τους ανάπηρους δεν τους αντιμετωπίζει ως ίσους αλλά ως πολίτες Β κατηγορίας. Αυτό “πάει να πει «ισότητα ευκαιριών»”, έναν όρο που ο ΓΒ πιστεύει ότι είναι αναγκαστικά νεφελώδης. Ο όρος όμως δεν τόσο συγκεχυμένος και για μια σειρά από λόγους που ακόμα και φιλελεύθεροι στοχαστές έχουν με σαφήνεια επισημάνει. Πιο συγκεκριμένα, εάν και ο ΓΒ έχει δίκιο όταν λέει ότι οι νέο-φιλελεύθεροι χρησιμοποιούν τον όρο ελευθερία επιλεκτικά (για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω) δεν επισημαίνει ότι ακόμα και οι κλασσικοί στοχαστές του Φιλελευθερισμού αναγνωρίζουν ότι η φτώχεια αποτελεί μια μορφή εξαναγκασμού που στερεί ευκαιρίες από τους μη-έχοντες τις οποίες οι έχοντες απολαμβάνουν. Όπως επισημαίνει ο Mill:

“No longer enslaved or made dependent by force of law, the great majority are so by force of poverty; they are still chained to a place, to an occupation, and to conformity with the will of an employer, and debarred, by the accident of birth both from the enjoyments, and from the mental and moral advantages, which others inherit without exertion and independently of desert. That this is an evil equal to almost any of those against which mankind have hitherto struggled, the poor are not wrong in believing.”
J.S. MILL, Chapters on Socialism

Ο Μιλλ (αντίθετα με πολλούς σύγχρονους θιασώτες του φιλελευθερισμού) επισημαίνει ότι η οικονομική ελευθερία παραμένει προνόμιο άνισα κατανεμημένο στις μετά-φεουδαρχικές κοινωνίες. Στον καπιταλισμό κάποιοι αποκτούν τεράστια οικονομική ελευθερία σε σχέση με το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού επειδή, μεταξύ άλλων, (πχ.) έτυχε να γεννηθούν και να μεγαλώσουν στα πλούσια βόρεια προάστια μιας πόλης και όχι στα φτωχότερα δυτικά της. Η άνιση οικονομική ελευθερία που προκύπτει απο αυτή την άνιση διανομή ευκαριών δίνει τεράστια διαπραγματευτική ισχύ σε αυτή την τάξη, την οποία στερείται το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού. Επιτρέπει σε αυτήν την κατηγορία ανθρώπων να αποφασίζει και να επιβάλει τους όρους στις οικονομικές της συνδιαλλαγές αλλά ακόμα και το που, πότε και αν η ίδια θα συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία. Αυτή η ανισότητα κάνει δυνατή την εκμετάλλευση στους χώρους εργασίας αλλά και οδηγεί σε ταπεινωτικές διαφορές κοινωνικού στάτους. Πρέπει λοιπόν να μην παραβλέπουμε ότι η φτώχεια παραμένει άνιση και άδικη ακόμα και όταν ο καπιταλισμός ξεπερνά τις κρίσεις του και μεγεθύνει τις παραγωγικές του δυνάμεις. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Μαρξ:

“A house may be large or small; as long as the neighboring houses are likewise small, it satisfies all social requirement for a residence. But let there arise next to the little house a palace, and the little house shrinks to a hut. The little house now makes it clear that its inmate has no social position at all to maintain, or but a very insignificant one; and however high it may shoot up in the course of civilization, if the neighboring palace rises in equal or even in greater measure, the occupant of the relatively little house will always find himself more uncomfortable, more dissatisfied, more cramped within his four walls.”
KARL MARX, Wage Labour and Capital

Αντί επιλόγου θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν πιστεύω ότι η ισότητα είναι η μόνη αξία που θα πρέπει να εμπνέει και να καθοδηγεί την αριστερά. Ο στόχος αυτού του κειμένου ήταν να επισημάνει την σημασία και βάρος της ισότητας και να την υπερασπιστεί ως μια βασική πολιτική αρχή της αριστεράς αλλά όχι ως την μόνη. Αν όμως τα παραπάνω είναι ακριβή το βάρος της απόδειξης πέφτει στους ώμους αυτών που μας καλούν να αγνοήσουμε την ισότητα και όχι σε αυτούς που μας καλούν να την υπερασπιστούμε.

Σημειώσεις
1. Για μια πιο αναλυτική υποστήριξη αυτού του επιχειρήματος βλ. Cohen, G. A. (1995) ‘Justice, Freedom and Market Transactions’ in Self-Ownership, Freedom and Equality, Cambridge: CUP. Στα Ελληνικά βλέπε την εισαγωγή του Νικόλα Βρούσαλη στο Τ.Α. Κοέν (2010) «Γιατί Οχι Σοσιαλισμός», Εκδόσεις Εκρεμμές.
2. Piketty, Thomas (2014) Capital in the 21st Century, Cambridge: HUP.
3. Πχ. Sen, Amartya (1997) ‘Measures of Inequality’ in On Economic Inequality, Oxford: Clarendon Press.

Δημήτρης E. Ευθυμίου
http://www.dimitrisefthymiou.com